Όταν ο Δίας ερωτεύτηκε την Ιώ:
-Τώρα είναι η σιδερένια πια γενιά-, θρηνεί για την εποχή του (Ζ π.Χ. αιώνας) ο Ησίοδος που, όπως κάθε καθώς πρέπει παλιός, οικτίρει την κατάντια των νέων. Και αριθμώντας πέντε γένη ανθρώπων (χρυσό, ασημένιο, χάλκινο, ηρώων και σιδερένιο), ορίζει ότι οι πόλεμοι ξεκίνησαν με το τρίτο (το χάλκινο). Δίας, Ήρα και Ποσειδών ευθύνονται, με τις δραστηριότητές τους, για τη δημιουργία βασιλείων στον Ελλαδικό χώρο αλλά και σε ολόκληρη τη Βόρεια Αφρική, τη μεσογειακή ακτή της Ασίας και τη Μικρά Ασία. Μέχρι να ανακατευτούν αυτοί, ειρήνη βασίλευε στα ανθρώπινα γένη. Και τα αρχαιολογικά ευρήματα πιστοποιούν ότι η μετάβαση, από τη Νεολιθική εποχή ως την Ύστερη Χαλκοκρατία, υπήρξε ειρηνική, δίχως συγκρούσεις. Στον Ελλαδικό χώρο, η αρχή των πολεμικών γεγονότων συμπίπτει με την εποχή των Αχαιών. Είναι η πάλη του νέου με το παλιό που αντηχεί ακόμα στους μύθους, που έφτασαν ως τις μέρες μας. Κι απηχεί την παράξενη σχέση των Ελλήνων με τη Βόρεια Αφρική. Έτσι κι αλλιώς, ο Αργολικός κάμπος έγινε μάρτυρας τρομερών συνωμοσιών, ερωτικών εγκλημάτων και αέναης μάχης για την εξουσία. Με τους θεούς του Ολύμπου να έχουν βάλει το χέρι τους και να φέρουν μεγάλο μερίδιο από την ευθύνη για όλο το κακό.
Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος και ο Απολλώνιος ο Ρόδιος μας λένε πώς έγιναν τα πράγματα. Όλα ξεκίνησαν από τον ποταμό Ίναχο, που είχε πατέρα τον Ωκεανό και μητέρα την Τηθύ (τη γυναικεία εκδοχή του ωκεανού). Αυτός κυρίως κατακύρωσε την Αργολίδα στην Ήρα και προκάλεσε τον θυμό του Ποσειδώνα. Της Ήρας την οργή την προκάλεσε η κόρη του, Ιώ, χωρίς ιδιαίτερα να φταίει. Ένα όνειρο, που είδε, την έκανε να πάει στα μέρη της Λέρνας, όπου την περίμενε ο Δίας, ερωτευμένος μαζί της, καθώς είχε πιει ένα μαγικό ερωτικό φίλτρο. Κατ άλλους, ο Δίας την αποπλάνησε παίρνοντας τη μορφή ενός σύννεφου. Η κόρη, μετά την περιπέτειά της, αναγκάστηκε να φύγει κι ο Δίας τη μεταμόρφωσε σε αγελάδα, για να τη γλιτώσει από τη ζήλια της γυναίκας του.
Η Ήρα καμώθηκε πως ήθελε την αγελάδα δώρο κι ο αρχηγός των θεών υποχρεώθηκε να της τη χαρίσει. Η θεά την έδωσε στον Πανόπτη Άργο να τη φυλάει. Ήταν κι αυτός γιος του ποταμού Ίναχου κι ονομαζόταν Πανόπτης, επειδή είχε σκεπασμένο όλο του το κορμί με μάτια. Όταν κοιμόταν, τα μισά από αυτά έμεναν ανοιχτά και τα άλλα μισά κλειστά. Έδεσε την Ιώ σ ένα δέντρο. Μουγκάνιζε όλη μέρα από τη λύπη της και γι αυτό είπαν την περιοχή -Μυκήνες- (από το ρήμα μυκάομαι = μουγκρίζω σαν αγελάδα).
O Δίας όμως δεν έπαψε να τη λυπάται. Έστειλε τον Ερμή να κάνει κουμάντο. Ο Άργος κοιμόταν με τα μισά μάτια κλειστά και τα μισά ανοιχτά. Ο Ερμής κατάφερε να τον βυθίσει σε τέτοιον ύπνο, που σφάλισε όλα του τα μάτια. Έτσι, ο φτεροπόδαρος θεός κατόρθωσε να τον σκοτώσει και να ελευθερώσει την αγελάδα. Η Ήρα πήρε τα μάτια του Άργου και τα τοποθέτησε στην ουρά του παγωνιού κι έστειλε μια τεράστια αλογόμυγα να βασανίζει την αγελάδα Ιώ, που άρχισε να τρέχει σαν τρελή.
Πέρασε τη θάλασσα, που από το όνομά της βαφτίστηκε Ιόνιο πέλαγος, στράφηκε βόρια κι έδωσε το όνομα Βόσπορος (Βοός πόρος = πέρασμα) στα στενά, για να καταλήξει τελικά στην Αίγυπτο, όπου την πρόλαβε ο Δίας, την άγγιξε και της επανέφερε έτσι την προηγούμενη μορφή, αφήνοντάς την έγκυο.
Γέννησε τον Επαφο (από την επαφή), που τον έκλεψαν οι Κουρήτες κατά διαταγή της Ήρας. Οργίστηκε ο αρχηγός των θεών και τους εξολόθρευσε, ενώ η Ιώ βρήκε το νεογέννητο στη Συρία. Τα βάσανα της δύσμοιρης μάνας τέλειωσαν με τον γάμο της με τον βασιλιά της χώρας, Τηλέγονο. Όταν ο γιος της μεγάλωσε, παντρεύτηκε τη Μέμφιδα, με την οποία απόκτησε τρεις κόρες: Τις Λιβύη, Θήβα και Λυσιάνασσα. Ο Ποσειδώνας ερωτεύτηκε και τις τρεις.
Η Λιβύη έδωσε το όνομά της σε ολόκληρη τη γη, από τη χώρα των Μαυροπόδαρων ως τον ωκεανό. Από την ένωσή της με τον Ποσειδώνα, καταπώς το συνήθιζε το σπέρμα του θεού, γεννήθηκαν δίδυμα, ο Βήλος και ο Αγήνωρ. Ο Βήλος, που μοιάζει να μην είναι άλλος από τον θεό Βάαλ των Βαβυλωνίων, παντρεύτηκε την Αγχινόη, κόρη του Νείλου, κι απέκτησε παιδιά τον Αίγυπτο τον Δαναό και, κατά τον Βιργίλιο, τη Διδώ, που, μετά από διάφορες περιπέτειες, ίδρυσε το αφρικανικό κράτος της Καρχηδόνας, αντίπαλης της Ρώμης στα ιστορικά χρόνια.
Ο Δαναός, οι Δαναΐδες και η Δανάη:
Ο Βήλος μοίρασε τη δική του επικράτεια στους γιους του: Ο Αίγυπτος πήρε την Αραβία και κατέκτησε τη χώρα των Μαυροπόδαρων, στην οποία έδωσε το όνομά του. Ο Δαναός πήρε το Άργος. Κατά μιαν άλλη εκδοχή, ο Δαναός τσακώθηκε με τον Αίγυπτο και μετακόμισε στο Άργος, απ όπου εκθρόνισε τον εκεί βασιλιά, Γελάνορα. Κατά τη μυθολογία, ο Δαναός είναι που έφερε στην Ελλάδα τα γράμματα, δίδαξε τη γεωργία και ναυπήγησε την πρώτη πεντηκόντορο (πλοία με 50 κουπιά). Από το όνομά του, οι Έλληνες ονομάζονταν και Δαναοί.
Παντρεύτηκε δέκα γυναίκες κι απέκτησε πενήντα κόρες, τις Δαναΐδες. Ο αδελφός του, Αίγυπτος, απέκτησε πενήντα γιους. Οι πενήντα κόρες του Δαναού παντρεύτηκαν τους ισάριθμους ξαδέρφους τους, τους οποίους, με προτροπή του πατέρα τους, σκότωσαν την πρώτη νύχτα του γάμου. Μόνη, που δεν υπάκουσε, ήταν η Υπερμήστρα, που έσωσε τον άντρα της, Λυγκέα.
Ο Λυγκέας σκότωσε τον Δαναό και τις 49 Δαναΐδες που καταδικάστηκαν να γεμίζουν στον Άδη ένα τρύπιο πιθάρι, τον γνωστό -πίθο των Δαναΐδων-. Μόνος πια με τη γυναίκα του, έγινε βασιλιάς του Άργους, ιδρύοντας την πρώτη δυναστεία των Αργείων. Γιος του ήταν ο Άβας που ταυτίζεται και με τον γενάρχη του λαού των Αβάντων και που παντρεύτηκε την Ωκάλεια.
Τα δίδυμα του Άβαντα και της Ωκάλειας (ο Ακρίσιος και ο Προίτος) άρχισαν να τσακώνονται, απ όταν ακόμα βρίσκονταν στην κοιλιά της μάνας τους. Όταν μεγάλωσαν, ο Ακρίσιος έδιωξε τον Προίτο και πήρε τον θρόνο του Άργους. Ο Προίτος κατέφυγε στη Μικρά Ασία, στην αυλή του βασιλιά Ιοβάτη που τον καλοδέχτηκε και του έδωσε γυναίκα την κόρη του. Με τον στρατό του πεθερού του, ο Προίτος εκστράτευσε εναντίον του αδελφού του αλλά στη διάρκεια της μάχης τα βρήκαν: Ο Προίτος πήρε την Τίρυνθα και ο Ακρίσιος το Άργος. Αδιαμφισβήτητος βασιλιάς, ο Ακρίσιος παντρεύτηκε την Ευρυδίκη, κόρη του Λακεδαίμονα, κι ετοιμάστηκε να γίνει γενάρχης κραταιάς δυναστείας. Πλην όμως, του προέκυψε η Δανάη, πανέμορφη κόρη αλλά θηλυκό. Κατέφυγε στους Δελφούς ρωτώντας, τι πρέπει να κάνει για να αποκτήσει αρσενικούς απογόνους. Η απάντηση τον τρόμαξε: Καλύτερα να μην έχει αρσενικούς απογόνους γιατί ήταν γραφτό να τον σκοτώσει ο εγγονός του. Γύρισε το Άργος έχοντας χάσει κάθε επιθυμία να αποκτήσει κι άλλα παιδιά. Και για να μην την πάθει από κάποιον γιο της Δανάης, έβαλε και του έφτιαξαν ένα χάλκινο (ή, κατ άλλους, χρυσό) δωμάτιο, το έχωσε βαθιά μέσα στη γη κι έκλεισε εκεί μέσα την όμορφη κόρη του.
Περσέας και Ανδρομέδα:
Το πρόβλημα για τον Ακρίσιο ήταν ότι ο Δίας είδε την όμορφη Δανάη και την πόθησε. Μεταμορφώθηκε σε χρυσή βροχή, πέρασε από τα ανοίγματα του υπόγειου κελιού, ξαναπήρε τη μορφή του, κατέκτησε τη Δανάη και αποχώρησε. Στους εννιά μήνες, γεννήθηκε ο Περσέας. Λύσσαξε ο Ακρίσιος, πήρε μάνα και γιο, τους έκλεισε σε μια λάρνακα και τους έριξε στη θάλασσα. Αυτό που γράφει, όμως, δεν ξεγράφει. Η λάρνακα μπλέχτηκε στα δίχτυα ενός ψαρά από τη Σέριφο που την ανέσυρε, την άνοιξε κι αποφάσισε να σώσει μητέρα και μωρό.
Μεγαλώνοντας, ο Περσέας σκότωσε τον παππού του κατά λάθος και περιπλανήθηκε αναζητώντας την κάθαρση. Έκανε απίστευτα κατορθώματα, ανάμεσα στα οποία ο φόνος της Μέδουσας και η απελευθέρωση της Ανδρομέδας.
Η Ανδρομέδα ήταν κόρη του βασιλιά της Αιθιοπίας, Κηφέα, και της εγωπαθούς Κασσιόπης, που περηφανεύτηκε ότι είναι πιο όμορφη από τις Νηρηίδες. Ο Ποσειδών θύμωσε κι έστειλε τη Μέδουσα να καταστρέψει τον τόπο. Για να εξευμενίσουν τον θεό, οι Αιθίοπες έδεσαν την κόρη σ ένα βράχο με σκοπό να την προσφέρουν θυσία στο τέρας. Πάνω στην ώρα, περνούσε από εκεί ο Περσέας, την είδε, την ερωτεύτηκε κι αποφάσισε να τη σώσει, πράγμα καθόλου εύκολο.
Η Μέδουσα ήταν τέρας με όψη τρομακτική, με φίδια αντί για μαλλιά, δόντια αγριογούρουνου, χάλκινα χέρια και χρυσά φτερά. Το τρομερό της όπλο, όμως, ήταν η ματιά της, που απολίθωνε, όποιον τολμούσε να την αντικρίσει. Γεννημένη αντίπαλος του Ποσειδώνα, η θεά Αθηνά παρουσιάστηκε την κατάλληλη στιγμή και συμβούλεψε τον Περσέα να μονομαχήσει κοιτάζοντας τη Μέδουσα μέσα από το καθρέφτισμά της στην ασπίδα του. Με τον τρόπο αυτόν, ο Περσέας μπόρεσε να αποκεφαλίσει τη Μέδουσα, να χαρίσει το κεφάλι της (χωρίς να το κοιτάζει) στη θεά και να ελευθερώσει την αγαπημένη του. Η Αθηνά κόσμησε την ασπίδα της με το κεφάλι του τέρατος και χάρισε στον Ασκληπιό το μαγικό του αίμα: Αυτό που προερχόταν από τη δεξιά μεριά της Μέδουσας θεράπευε τους ανθρώπους, ενώ εκείνο που προερχόταν από τη δεξιά, τους σκότωνε.
Όταν η Μέδουσα αποκεφαλίστηκε, από μέσα της ξεπήδησε ένα φτερωτό άλογο, ο Πήγασος, που κανένας δεν μπορούσε να δαμάσει. Κάποιος μάντης συμβούλεψε τον ήρωα Βελλερεφόντη να κοιμηθεί μια νύχτα στο ναό της Αθηνάς. Η θεά παρουσιάστηκε στον ύπνο του και του χάρισε ένα μαγικό χαλινάρι. Με αυτό, ο Βελλερεφόντης μπόρεσε να δαμάσει τον Πήγασο και να κάνει τα θρυλικά του κατορθώματα.
Γιος του θεού Ποσειδώνα ή του βασιλιά της Κορίνθου Γλαύκου, ο Βελλερεφόντης χρωστά το όνομά του στο γεγονός ότι σκότωσε τον αδελφό του Βέλλερο (Βέλλερου φονιάς). Για να εξαγνιστεί, κατέφυγε στην Τίρυνθα, όπου βρήκε καταφύγιο στον βασιλιά της, Προίτο. Όμως, η γυναίκα του βασιλιά τον κατασυκοφάντησε κι ο Προίτος τον ξαπέστειλε στον πεθερό του, Ιοβάτη ή Αμφιάνακτα. Ο τελευταίος ανέθεσε στον ήρωα μια σειρά από άθλους ελπίζοντας ότι σε κάποιον απ όλους θα σκοτωθεί. Ο ήρωας, χάρη στις ικανότητες του φτερωτού του αλόγου, του Πήγασου, νίκησε και σκότωσε τη Χίμαιρα, νίκησε τις Αμαζόνες, τους Σολόμους και τους Λύκιους και γύρισε στον Ιοβάτη νικητής και τροπαιούχος. Αυτός τον θαύμασε, του δωσε την κόρη του για σύζυγο και του χάρισε το μισό βασίλειο. Όλα θα τέλειωναν καλά, αν ο ήρωας δεν αποφάσιζε να ανέβει στον Όλυμπο να δει πώς ζουν εκεί οι θεοί Ο Δίας θύμωσε, τον τύφλωσε και τον καταδίκασε να περιπλανιέται σ όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Σώζοντας την Ανδρομέδα, ο Περσέας μπόρεσε να την παντρευτεί. Γύρισε στην Πελοπόννησο, αντάλλαξε το Άργος με την Τίρυνθα, έκτισε τις Μυκήνες, διοικώντας από εκεί, κι έγινε ιδρυτής δυναστείας. Ο γιος του, Σθένελος, βασίλευσε ταυτόχρονα στις Μυκήνες και την Τίρυνθα. Γιος του Σθένελου κι εγγονός του Περσέα ήταν ο Ευρυσθέας που καταταλαιπώρησε τον Ηρακλή.
Αργότερα, Κηφέας, Κασσιόπη, Περσέας, Ανδρομέδα και Πήγασος έγιναν αστέρια στο Βόρειο ημισφαίριο.
Η προέλευση του Ηρακλή:
Ο Τζορτζ Τόμσον ο ιστοριοδίφης αυτός με τις κάπως ακραίες θέσεις, από το 1949 (στο βιβλίο του -Η αρχαία ελληνική κοινωνία και το προϊστορικό Αιγαίο-) είχε διατυπώσει την άποψη ότι -η ομοσπονδιακή ένωση των Δωριέων ήταν ένα τεχνητό κατασκεύασμα που σχηματίστηκε στην Κεντρική Ελλάδα κάτω από την επίδραση που είχαν πάνω τους οι προϊστορικές κουλτούρες των Δελφών και της Βοιωτίας-. Ο ίδιος υποστήριξε ότι η γενεαλογία του Έλληνα με τους τρεις γιους ήταν επινόηση των ιστορικών χρόνων που καμιά σχέση δεν είχε με την -αληθινή- γενεαλογία της μυθολογίας.
Οι απόψεις αυτές ίσως σήμερα να έβρισκαν περισσότερους οπαδούς, κάτω από το φως των ευρημάτων και της αναγκαστικής αναθεώρησης των θεωριών γύρω από την εμφάνιση των Δωριέων. Ακολουθώντας τ αχνάρια της θεάς Δήμητρας, ο Τόμσον διατύπωσε την άποψη πως ο Ηρακλής έρχεται από την Κρήτη ως σύντροφος της ασιατικής θεάς, ενώ και άλλοι παλιότερα είπαν ότι η προέλευσή του είναι φοινικική και μάλιστα από τον ήρωα Μελκάρτ. Και επιμένει ότι αρχικά ο Ηρακλής ήταν δεμένος με την Ήρα κι ας παραδίδει η μυθολογία το μίσος της θεάς για τον γιο της Αλκμήνης. Το όνομα, γράφει, δηλώνει -αυτός που τον φωνάζουν (καλείται) με το όνομα της Ήρας-. Και παραθέτει μια σειρά από επιχειρήματα για τις παλιές καλές σχέσεις θεάς και ημίθεου:
Στη Σπάρτη, ο Ηρακλής ίδρυσε ναό στην Ήρα, επειδή η θεά τον βοήθησε να σκοτώσει τον σφετεριστή του θρόνου και τους δώδεκα γιους του, όταν αποκατέστησε τον Τυνδάρεο στον θρόνο του. Κι όταν η Ήρα πάλευε με τον γίγαντα Πορφυρίωνα, στη διάρκεια της Γιγαντομαχίας, ο Ηρακλής ήταν εκείνος που την απάλλαξε από τον αντίπαλό της, σκοτώνοντάς τον μ ένα βέλος. Και η Ήρα ήταν εκείνη που τον υποδέχτηκε και στον κήπο των Εσπερίδων και στις Μυκήνες, όταν γύρισε εκεί με τα τρία χρυσά μήλα.
Όλα αυτά έχουν αμφισβητηθεί. Από την αρχαιότητα ακόμα, πίστευαν πως οι ήρωες ήταν δύο: Ένας Κρητικός κι ένας Αργείος. Κι έπειτα ξεφύτρωσε κι ο δωρικός, που όμως ταυτίζεται με τον Αργείο. Όσο ο Ηρακλής άλλαζε στρατόπεδο κι, από ήρωας των Αχαιών, γινόταν δωρικό πρότυπο, τόσο τροποποιούταν και η μορφή του. Από σκληρός κι αμείλικτος τιμωρός των αδίκων και προστάτης των αδυνάτων και των αδικημένων, μετατρεπόταν σε έναν καλοκάγαθο και καλόκαρδο γίγαντα, όχι και τόσο φημισμένο για το μυαλό του. Κι όσο αυτή η εικόνα παγιωνόταν, τόσο ανέβαινε η εκτίμηση στον αδιαμφισβήτητο ήρωα των Αχαιών, Θησέα.
Ο Δίας και η Αλκμήνη:
Αναφέρθηκε ήδη ότι η Υπερμνήστρα ήταν η μοναδική που επέζησε από τις Δαναΐδες, τις κόρες του Δαναού που πήρε το αρχαίο βασίλειο του Άργους, όταν έφυγε από την Αφρική. Ο Λυγκέας ήταν ο μοναδικός γιος του Αιγύπτου, που επέζησε από τους συνολικά πενήντα. Γιος τους ήταν ο Άβας, που απέκτησε παιδιά τον Προίτο, βασιλιά της Τίρυνθας, και τον Ακρίσιο, που τον διαδέχτηκε στο Άργος. Αυτού του τελευταίου παιδί ήταν η όμορφη Δανάη, π&omi